114) Αιώρηση
Πες μου και τα υπόλοιπα αυτά
που τα λες
και δεν ακούγονται.
Κράτα τα μυστικά σίγουρα.
Δείξε τα με κυρτούς
καθρέφτες.
Μακρόστενες φιγούρες
ακουμπισμένες
στην κορφή του λόφου.
Τις βλέπουμε από κάτω δίπλα στα
δένδρα
που ξεχωρίζουν στην
κορυφογραμμή.
Κινούνται ακατάπαυστα
παραμορφώνουν το βλέμμα.
Στις πτυχές της καμπαρντίνας τους
καρφωμένα τα γράμματα των πεθαμένων.
Χρήσιμα μόνο στους ζωντανούς
κι αυτή κρεμασμένη στον ξύλινο
καλόγερο.
Άδεια κενή.
Το σώμα παγωμένο,
κοιτούν τα μάτια την πλάση ως
τον ορίζοντα
και γλυκά κουνούν τα
βλέφαρα
καταπίνουν την ακινησία.
Τρέμουν στο διαχωρισμό της
μέρας
από τη μέρα του σκοτεινού από
τη νύχτα.
Ντυμένος τον ανήξερο
παγώνω,
το κορμί δε σαλεύει μπρός τον
ήλιο.
Κι αυτός ξηγά τα ανεξήγητα
τα μπερδεμένα στις άχνης τον
κόκκο,
το απόσταγμα της θύμησης.
Αυτό που τριγύρω του διαβαίνουμε
περνούμε και ξαναπερνούμε
κι όλο σε λάθος στάση χτυπάμε
το κουδούνι.
Στην ουσία του δε στεκόμαστε
δειλιάζουμε να πιάσουμε τα καρφιά
δεν δοκιμάσαμε να τα βάλουμε
σωστά
ούτε μια φορά.
Και η φωτιά με τις φλόγες τις
ίδιες όπως ο καθρέφτης ο
κυρτός.
Μέταλλο κρύο στιλπνό ανοξείδωτο
προορισμένο να ζήσει,
οι χαραματιές του ανεξίτηλες
τις καταφέρνει ο άνεμος η βροχή
η ηλιαχτίδα που δεμένη κόμπο με
τα κίτρινα στάχυα
στήνει χορό στην άκρη του
σύννεφου
και ταξιδεύουν πέρα στις
καρδιές των ανθρώπων.
Ρωτούν να μάθουν πως θα είναι η
ζωή αύριο
χωρίς εκμετάλλευση.
Αλλαγές που μπορεί να
φανταστείς
να τις σκιαγραφήσεις με τη
σκέψεις
11/06/2017