121 Ταξίδι
ποίηση Έριξα τα χέρια μακριά πέταξα το βέλος ψηλά κάρφωσα τον ήλιο κι αυτός δάκρυσε. Συννέφιασε και έκλαψα. Συγύρισα τη φωλιά μου και έδιωξα την αμφιβολία. Η βροχή πλημμύρισε την αυλή. Έπλυνε τη σκόνη από το παλιό πράσινο ποδήλατο. Μούσκεψε τις ντομάτες στο πάγκο της λαϊκής. Οι πλαστικές μαύρες σακούλες βούλωσαν τα φρεάτια Έριξα τα χέρια μου μακριά πέρα απ το πέλαγος μάζεψα όστρακα κι αχινούς. Τα πέρασα στα μαύρα σου μαλλιά χάντρες ζήλεψα τα όνειρα που μεγάλωσαν και παραβγαίνουν στο μπόι τα όμορφα κυπαρίσσια. 03 Ιουνίου 2018, 15:35 |
Δευτέρα 11 Ιουνίου 2018
-
22 Φεβρουαρίου 2024, 23:40 Του χρόνου τα καλάθια ποίημα Καλάθια πλεγμένα περίτεχνα να οι σκιές να τα φωτεινά να τα χρώματα οι επιγραφές...
-
22 Αυγούστου 2020, 20:06 Μάσκα Λυπημένος κράταγα τη μάσκα της απάθειας. Σαν κοίταξα στον καθρέφτη σε είδα χωρίς αυτήν. Και φοβήθηκα ντρά...
-
ΠΟΙΗΜΑΤΙΚΑ 03 Απριλίου 2022, 21:45 Πόοοοοολ ποίηση Τα κομμάτια εδώ πέρα είναι πολλά συντρίμμια ριγμένα τριγύρω. Από εύθραυστο κράμα αγά...