Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2017

60)                                Τα μάτια μας ίδια η καρδιά μας 




Έψαξα μέσα στην άμμο στην άμμο της ερήμου
έψαξα για σένα ….
Στόλισα τα κλαριά του κόσμου με αμφιβολίες .
Το χρώμα τους παράλλαζα στα σημάδια του ουρανού και της θάλασσας.
Ενταγμένα στη συμφωνία της διαφωνίας τους.
Κι άναψα φωτιές πάνω στα μάτια της ανθρωπότητας
που ζέσταναν την καρδιά και το μυαλό.
Με πόθο πάθος και αντίθεση, με τη γνώση και την ανάγκη
Αντίθεση και λύση.
Τα πράσινα φύλα των φυτών κοκκινίζουν σαν ωριμάσουν οι ώρες τους.
Ξανάβουν τις μελωδίες των αέρηδων δεμένες σε σάλπιγγες.
Το μυστικό κριμένο βαθιά στην άμμο γιατί στην άμμο;
Επώαση της μετάλλαξης νηστικού και χορτάτου
Ντυμένος την ευτυχία έκρυψα στην πίκρα τη θάλασσα  των ονείρων
χαμένων στα κύματα των εποχών που άλλαζαν τη γλώσσα την έκφραση.
Τα μάτια μας ίδια η καρδιά μας αυτή ένα καμίνι κόκκινου σίδερου που πλάθει την ιστορία  θέλουμε δε το θέλουμε.
Σα σταματήσει αυτός ο πόλεμος θα έρθει άλλος  ποιο μεγάλος στην αταξική μας σύναξη.

4/6/2016
59)                                                       Αντιστίξεις



Αστερόσκονη στ’ αστέρια κοχύλια πορφυρά ακτίνες σκοτεινές περιοχές του σύμπαντος λάμπουν δίπλα στο φως.
Ψωμί σταφύλια δύο κιλά κρέας πορτοκάλια πορτοκαλάδα.
Μαγεριό με τη μυρωδιά  της νοστιμιάς που κλείνει μέσα του όλα αυτά τα υλικά που συντελούν απλά στην ομορφιά της ζωής.
Η ενεργητικότητα των ανθρώπων τόσο διαφορετική σε κάθε ένα διαφορετική από άλλη συνταγή  αξιών μίγμα επιδιώξεων αισθητικής απόσταγμα νοστιμιάς στα κελάρια της ανθρωπότητας.
Δίπλα στη δυστυχία του οργανωμένου κοινωνικού συστήματος στις συμβάσεις που δείχνουν ή κρύβουν το θησαυρό της ασχήμιας του μεμονωμένου όντος που μπλεγμένο στα δίχτυα του καθρεφτίζει μια εικόνα ζωής αλλοιωμένη πορεία στο βάθος της αν… ελεύθερης επιλογής.
Αστερόσκονη στ’ αστέρια κοχύλια πορφυρά ακτίνες σκοτεινές περιοχές του σύμπαντος λάμπουν δίπλα στο φως.
Ψωμί σταφύλια δύο κιλά κρέας πορτοκάλια πορτοκαλάδα.
Στο μαγέρικο του πολέμου ζει ο θάνατος αχνίζει παρατεταμένα αναλείπτετε ο βόρβορος και ντύνεται το κάλος. Δακρύζει ανεξήγητο γιατί ο ζωντανός ο πόλεμος δεν εξηγείτε δεν ιστορείτε. 
Και το φως που είναι το λαμπρό μας μέλλον, ας πούμε, μια παραίσθηση για την αίσθηση του παρόντος αναγκαία καταλυτική ουσία απαράμιλλα σμιλευμένη.
26 /5/ 2016

58)                                     Τους τηλεγραφούν τα μαντάτα



Αποτέλεσμα εικόνας για αγιόκλημα

Όμορφες ηλιαχτίδες πλημμυρίζουν τον ουρανό μας
τα αστέρια δε φαίνονται ποια όμως υπάρχουν.
Εσύ όμως, δεν είσαι εδώ, όπως τον παλιό καλό καιρό.
Τα γιασεμιά συναγωνίζονται ευωδιαστικά με το αγιόκλημα.
Και να τώρα.
Κοιτάζω τη δύση, φωνάζω δυνατά.
Τα δάκρυα φανταχτερά λαμπρά διαθλαστικά
ακριβά.
Έχω περίσσευμα,
χαμόγελα χορεύουν γύρο μας
άλλα μπλε άλλα κόκκινα... πολύχρωμα
ευχάριστα επικριτικά ειρωνικά.... καρδιές πικραμένες.
Πόλεις βομβαρδισμένες.
Πόλεμος... λανθασμένων εποχών μουδιασμένα όνειρα.
Κορμιά νεκρά... ζωντανοί εξαθλιωμένοι.
Ανίκανοι οι παραζαλισμένοι
τους στομώνουν το μυαλό.
Τους τηλεγραφούν τα μαντάτα, εξουσίες κρυφογελούν.
Κάτι να αλλάξει κάτι να αλλάξουμε τέλος πάντων.
19/3/2016
57)                                    Αλήθεια που ποτέ δεν λέγετε


Κάρβουνο μαύρο η καρδιά μου
κάρβουνο σαν συννεφιασμένος ουρανός
Παρασκευής μεγάλης
μπόρας προμήνυμα.

Με κάρβουνο ζωγραφισμένο το αβάσταχτο ηλιοτρόπιο
τα μεγάλα του σχήματα ζωγραφιές απόκοσμες υπερκόσμιες
μαραμένα χρώματα άνυδρα ιδέες δεμένες με μετάξι στην άκρη του κόσμου
στο κατώφλι του μέλλοντος μελλώντας το νέο το μελλούμενο.
     
Πάνε έτσι οι μενεξέδες και τα ηλιοτρόπια
χέρι χέρι με μια ασίγαστη ερωτική σχέση
ανατροπής ως τη ρίζα του θυμαριού.
Βλαστά η άλλη μέρα τη νιότη τη ζωντάνια την αισιοδοξία

Και τα παιδιά ανέμελα ζουν τα βάσανα χωρίς πίκρα
έτοιμα να σου δώσουν ένα φιλί ένα χαμόγελο
και τρέχουν με το βλέμμα όλο ένα ερώτημα
ασαφές σαν την αλήθεια που ποτέ δεν λέγετε.
17/11/10
56)                                    Ο γάιδαρος τον γάιδαρο δεν κάνει.


Ο ποιο μοντέρνος γάιδαρος είναι πάντα ευγενικός .
Το κοστούμι του γυαλίζει συναισθήματα γεμίζει.
Και ποτέ του δεν γκαρίζει τα μιλά τα γαλλικά
Όρθια κοφτά μελωμένα φωναχτά.
Άμοιρε φτωχέ εργάτη σου τη σκάνε και είναι αφράτη
Πονηροί και μορφωμένοι σε καρφώνουν μανιασμένοι
Άλλοι τους είναι ρουφιάνοι άλλοι πάλι είναι φτιαγμένοι για αναρρίχηση στημένοι.
Ξέρουνε να λένε ναι και ποτέ δε πάνε κόντρα.
Έχουν κάτι που τους κάνει βέρους υποταχτικούς.
Ξέρουνε να προσαρμόζουν τα μελλοντικά στο τώρα
Και στα αφεντικά πονηρά το μάτι κλείνουν
Μη τους πάρουνε χαμπάρι και χαλάσει η δουλειά.
Δύσκολο είναι πολύ να απαλλαγείς εργάτη απ τις βδέλλες τούτες δω.
Έτσι αμόρφωτος που είσαι κουρασμένος και φτωχός
μόνο να σε κλαίνε οι ρέγκες δεν σου φτάνει δυστυχώς.
Το κακό είναι όταν τα νιώθεις όλα αυτά
όταν τα αντιλαμβάνεσαι και δε μπορείς να τα σταματήσεις.
ΥΓ. υπάρχουν αρκετά είδη μη ξεγελαστείτε. Βέβαια θηλυκά κι αρσενικά.
Πάντος καμία σχέση με τα τετράποδα.
5/3/16  
55)   Αναμμένο κάρβουνο η ερώτηση.


Καθαρό φως τα μάτια σου.
Παίζουν ερευνώντας τριγύρω.
Ζεστά απλά καθαρά ζητούν τη συνάντηση
ζυγίζουν αξιολογούν το δισταγμό τοποθετούν ερώτηση.

Με φέρνεις μπροστά σε διλήμματα
σηκώνω αδύναμα τα χέρια να σου γνέψω
Μπλέκομαι με τις λέξεις κοιτώ πίσω απ αυτές δεν σε βρίσκω.
Προσπαθώ να σε βάλω εκεί, για να χουν αξία.
Σκέφτομαι σε σκέφτομαι γιατί δεν ξέρω…
μ’ αρέσει.
Ίσως η εικόνα σου δεν με ματώνει.

Αρχίζω να ζω με την μνήμη μου γεμάτη με σένα.
Δεν το παραδέχομαι ακόμα!
Φοβάμαι ένα κάρο πράγματα.
Μα πιο πολύ πώς να το πω
φοβάμαι τις αποφάσεις.
Τις καταδικαστικές τις δικές μου μα κι αυτές που με καταδικάζουν.

Λογικά! άλογα διατεταγμένα αισθήματα.
Λογικά μπολιασμένα με όλους τους πιθανούς συνδυασμούς
ενοχών.
Ζουν στο τελείωμα του είναι, του χρόνου, του ουρανού, του θεού της νύκτας.
Τα ξέπλεκα μαλλιά σαν κάβοι αφημένοι κρεμασμένοι στο πλάι του γοργοφτέρουγου
του καραβιού τραβούν αυλάκια στο νερό.
Το υπόλοιπο είναι μου είναι που δεν μπορώ να αποχωριστώ μα και να το εξαπατώ.
Δένω το πέρασμα του με τις πράξεις μου το παρελθόν κυβερνά χωρίς να θέλω.
Είναι μια μοίρα που δεν πρέπει και δεν μπορείς να μη τη βλέπεις.

06 02 09

54)                                              Κάνω ταξίδι μακρινό




Κάνω ταξίδι μακρινό σε σύννεφα κι αστέρια
άλλα μαβιά άλλα σταχτιά άλλα λευκά βαμβάκι.
 Το αστεράκι μυθικό λαμπρό και κρυσταλλένιο.
 Είναι λιγάκι μακρινό μα πάντοτε το βλέπω.
Περνοδιαβαίνοντας τον σκοτεινό καιρό
από σύννεφο σε σύννεφο πατώ.
Θέλω τα χρώματα να πιάσω
ανταύγειες της ζωής λεπτές
στα μαλλιά σου θα τυλίξω..
Μέσα απ’ το φως που τα περνά. 
Διαμάντια μέταλλα και λάβα 
ογκόλιθοι του πεπρωμένου.
Να νιώσω να δω να πιάσω. 
Ταξιδεμένα από παλιά σε χρόνο πάντα ενεστώτα
περνάνε μέσα απ το κορμί.
Χωρίς να ξέρω με μεθούν κι όλοι με λένε αλλοπαρμένο.
Αχ τι ωραία το μυαλό να στροβιλίζετε σε πλάνες.
Το έχει ανάγκη. Κι όταν θα γίνει!!
Οκτώβρης 07

Το σακί