Πες μου αντίο.
Ευτέρπη!
Έφυγα ξαφνικά,
σε ένα όνειρο αποπλανήθηκα.
Ανήξερος πλανήθηκα να βρω τον κήπο,
στην Εδέμ έχασα το χώρο, στο χρόνο σκόνταψα κι ένοιωσα απόγνωση.
Σε σκοτάδι βαθύ έχασα το δρόμο, μπερδεύτηκα ανάμεσα στα αστέρια.
Η ρυμοτομία του ουρανού απίθανη.
Δεν μπορώ να καθορίσω πότε έφτασα στον κόσμο των θαυμάτων.
Ένα ρευστό σύνολο εικόνων επιθυμιών και η Αλίκη να τριγυρνά στα θαύματα.
Η μοναξιά φύσηξε έναν βοριά απελπισμένο,
δήθεν ανέμελο, να τυλίγεται στα σακάκια και τα ρούχα τους.
Από εκεί μακριά είδα την κίνηση των πτηνών και των ανθρώπων,
μες τον άνεμο χιλιάδες χρόνια τώρα.
Το σύννεφο ξέχασε να κρυφτεί πριν ξημερώσει.
Το όνειρο αποκαλύφθηκε.