Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

116 Στα καστανά της μάτια ποίηση Έγειρε πάνω στα καστανά της μάτια κοίταξε βαθιά όσο μπορούσε. Στο καστανό της τοπίο κυλούσαν ποτάμια στα γάργαρα νερά τους οι παπαρούνες έσκυβαν να δροσιστούν. Έγειρε πάνω στα μάτια της και κοίταξε μέσα σε ένα κόσμο έξω από το σύνορο. Έξω από το μυαλό του. Στην κοιλάδα της ευτυχίας Στα αισθήματα που σκίζουν την εικόνα μου. 23 Φεβρουαρίου 2018, 20:16
115)                                                            Αντιρεύματα Πρέπει να αντέξεις κιόλας. Μιας και η πίεση είναι τόσο μεγάλη. Θολή αφανέρωτη ακουμπά πάνω στο κορμί στα μάτια τη διάθεση. Κι είναι ικανή να μας βγάλει εκτός μάχης. Να χάσεις την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις σου στους γύρω σου. Έτσι που να μη βλέπεις κανένα. Ούτε το πρόβλημα ούτε την αιτία. Γι αυτό ένα χαμόγελο που δε κοστίζει τίποτε δώστο, μαζί με το χέρι σου και αυτό είναι πολύ, πολύ πολύ μεγάλο όπλο που χτυπά τον αντίπαλο. Γιατί τα χέρια μας είναι γροθιές και σφιχτά κρατούν ένα βιβλίο, Αυτός σε βγάζει μέσα από τη ζωή σε εξουθενώνει σαν άνεργο σα ανάπηρο πολέμου σα θύμα του μην παραδοθείς. Τα ανθρώπινα κουρέλια πρέπει να σταθούν όρθια γεμάτα από τη χίμαιρα που φουσκώνει τα πανιά μας για άλλα λιμάνια κι έτσι αρχίζουν να πιστεύουν να νοιώθουν ικανότεροι, να ! ! πως τους αξίζει να ονειρευτούν το μέλλον   σα μεθυστικό κρασί πίνουν την επανάσταση γιατί τους αξί
114)                                      Αιώρηση Πες μου και τα υπόλοιπα αυτά που τα λες  και δεν ακούγονται. Κράτα τα μυστικά σίγουρα. Δείξε τα με κυρτούς καθρέφτες.  Μακρόστενες φιγούρες ακουμπισμένες στην κορφή του λόφου.  Τις βλέπουμε από κάτω δίπλα στα δένδρα που ξεχωρίζουν στην κορυφογραμμή. Κινούνται ακατάπαυστα παραμορφώνουν το βλέμμα. Στις πτυχές της καμπαρντίνας τους  καρφωμένα τα γράμματα των πεθαμένων. Χρήσιμα μόνο στους ζωντανούς κι αυτή κρεμασμένη στον ξύλινο καλόγερο.  Άδεια κενή.  Το σώμα παγωμένο,  κοιτούν τα μάτια την πλάση ως τον ορίζοντα και γλυκά κουνούν τα βλέφαρα  καταπίνουν την ακινησία. Τρέμουν στο διαχωρισμό της μέρας  από τη μέρα του σκοτεινού από τη νύχτα.  Ντυμένος τον ανήξερο παγώνω,  το κορμί δε σαλεύει μπρός τον ήλιο. Κι αυτός ξηγά τα ανεξήγητα  τα μπερδεμένα στις άχνης τον κόκκο,  το απόσταγμα της θύμησης.  Αυτό που τριγύρω του διαβαίνουμε περνούμε και ξαναπερνούμε  κι όλο σ
113)    Το διάλυμα Αξεπέραστο το χαμόγελο ήρεμο το βλέμμα Το μίσος είναι κρυμμένο στην απέχθεια Η συνάντηση άκαρπη Το χαμόγελο αξεπέραστο το ύφος κρύο Η καρδιά απόμακρη κρένω  τη σιωπή Χάνω το παιχνίδι χάνουν το παιχνίδι Ένας αναβρασμός διάλυσης Πικρό το διάλυμα της καρδιάς Στυφό το στόμα η γεύση τσαλακωμένη. ένα πουλί πετά σε μακρινό ταξίδι. Ζει στο απέραντο χάος Φυλακισμένος στο απέραντο Κατοικεί σε καρδιές και τραγουδιέται Σιγανά. Τα καράβια στα μακρινά τους ταξίδια ιδρώνουν Αγκομαχούν οι μηχανές τους κουρασμένες   Κι ο λοστρόμος παρέα με το ναύτη Κοιτούν τα άλμπουρα παρατηρούν το πέταγμα των γλάρων χαϊδολογούν τα σιδερένια  σκαριά τους ανεβοκατεβαίνουν στο ρυθμό των κυμάτων. Αν το νερό σκεπάσει τα λάθη και ησυχία επικρατήσει Τα κύματα θα συνεχίσουν να πάλλονται  
112)                                    Το βλέμμα ποίηση    Πώς να περιγράψω αυτό το βλέμμα. Πώς να περιγράψω τη σφαίρα που ανοίγει μια τρύπα στο κεφάλι ενός ανθρώπου. Τα μεγάλα συρματοπλέγματα που φυλακίζουν. Την βία που απλώνει ο πλούτος Την τεράστια γνώση που συσκοτίζει. Τις ειδήσεις που δε φτάνουν ποτέ σε μας. Προσπαθούν να κρύψουν το έγκλημά τους.   Ο πλούτος υπάρχει γιατί υπάρχουν φτωχοί. Ο πλούτος προϋποθέτει ιδιοκτησία. Η βία της σφαίρας της τράπεζας του χρηματιστηρίου Η βία του ανταγωνισμού της διαφήμισης Η βία της φτώχειας. 25 Νοεμβρίου 2017, 12:44
111)     Στη λάμψη του ήλιου. ποίηση    Περπατώ μπροστά στο φως του ήλιου. Κρατώ ένα μάτσο λουλούδια, αγριολούλουδα. Μπλε κίτρινα μενεξεδένια χρώματα στα λεπτά μικρά πέταλα. Οι ευλύγιστοι μίσχοι τους ανεμοδαρμένοι. Αυτά Θέλω να σου χαρίσω να τα ακουμπήσω στα ακροδάχτυλα σου. Με την ελπίδα να πάρω την καρδιά σου  να τη στολίσω με αγριολούλουδα. Μπορείς να κοιτάξεις το αστέρι της μέρας. Η επαφή μαζί του στο αγνάντι του πέλαγου ζεσταίνει τη θέληση.  Το φιλί απαλό, το χάδι το βλέμμα απόμακρο, τριάντα μοίρες αριστερά του χθες. 24 / Νοέμβρη / 2017  
110)             Το δώρο στα μάτια του κόσμου 05/11/2017 ποίηση   Καθάρια λόγια βγαίνουν από το στόμα  τους. Κλείνουν τα μάτια κι ονειρεύονται. Πρωτοπόροι οι οργανωμένοι εργάτες. Κρατούν την καρδιά τους στα χέρια τους. Δώρο στα μάτια του κόσμου. Σ’ αυτά που κοιτούν το καλό το όμορφο το άδολο. Δε κάνουν καμιά προσπάθεια να ξεχωρίσουν  αυτό συμβαίνει μόνο του. Η εκμετάλλευση η υπεραξία υπάρχει έντονα. Η πάλη με το άδικο σχεδιάζεται επίμονα. Ο άλλος κόσμος . . . ο κόσμος του ονείρου προβάλει πιο καθαρά. Μας καλεί να πάρει τη θέση του στην ανάγκη μας. Τα πρωινά κάθε μέρα στα πλάτη του κόσμου χιλιάδες νεκροί εργάτες σακατεμένοι αγράμματοι άρρωστοι πεινασμένα παιδιά. Στα μεγάλα στρογγυλά τους μάτια ακουμπάν το όνειρο. Εκεί το σμιλεύουν το χρωματίζουν το κατανοούν. Κι είναι η φωτιά που ανάβει το μπαρούτι η μουσική που μας κάνει να χορεύουμε. χωρίς αφεντικά με κοινωνική ιδιοκτησία και κεντρικό σχεδιασμό. Όνειρο μα κι ανάγκη Οι ιδιοκτήτες απαράδεκτες φιγούρες του χθ